παγιοποίηση

παγιοποίηση
η
(οικον.)
1. η μετατροπή ενός βραχυπρόθεσμου ή μεσοπρόθεσμου χρέους σε μακροπρόθεσμο, αλλ. παγίωση
2. φρ. «παγιοποίηση ενεργητικού»
(οικον.) η μετατροπή στοιχείων τού κυκλοφορούντος ή τού διαθέσιμου ενεργητικού σε πάγιο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πάγιος + ποιώ. Η λ. μαρτυρείται από το 1890 στην εφημερίδα Ακρόπολις].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”